ῥαφανίς

ῥαφανίς
ῥᾰφᾰν-ίς, ῖδος, ,
A radish, Raphanus sativus, Ar.Nu.981, Pl.544, Fr.253, Cratin.313, Eup.312, Thphr.HP1.2.7, Dsc.2.112, etc.: later [full] ῥεφανίς, Philum.Ven.18.4, Gloss.; cf. ῥάφανος.
II ῥ. ἀγρία charlock, Raphanus raphanistrum, Dsc.2.112, Plin.HN19.82. [-ῑς, ῖδος in all known passages, though Ath.2.56e says that ι is common.]

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • ῥαφανίς — ῥαφανί̱ς , ῥαφανίς radish fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ραφανίς — ίδος, ἡ, ΜΑ βλ. ραφανίδα …   Dictionary of Greek

  • ῥαφανήν — ῥαφανίς radish fem acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ῥαφανῖδα — ῥαφανίς radish fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ῥαφανῖδας — ῥαφανίς radish fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ῥαφανῖδες — ῥαφανίς radish fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ῥαφανῖδι — ῥαφανίς radish fem dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ῥαφανῖδος — ῥαφανίς radish fem gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ῥαφανῖσι — ῥαφανίς radish fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ῥαφανῖσιν — ῥαφανίς radish fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ραφανίδα — η / ῥαφανίς ίδος, ΝΜΑ, και ῥεφανίς ΜΑ 1. γένος, κατά τη σύγχρονη επιστημονική ταξινόμηση, αγγειόσπερμων δικότυλων φυτών τής οικογένειας βρασσικίδες ή σταυρανθή με φαγώσιμη σαρκώδη ρίζα, με έντονη και καυστική γεύση, σημαντικότερα είδη τού οποίου… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”